Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2008

ναυαγός της υποκρισίας




Ναυαγός γίνομαι στο χνάρι της υποκρισίας
Σκάβοντας την αλήθεια μου με του θυμού τη δύναμη.
Ο ήλιος τρύπωσε σε μια ρυτίδα στο μέτωπό μου
Και με ματωμένο χέρι την πείρα της ακουμπώ
Βάφτηκαν οι πλευρές της από κόκκινο χαμόγελο
Και νευρικά χαρακώνει το δάκρυ της.
Φόρεσα μαύρη χλαμύδα στην αντοχή μου
Να πενθήσω τις αναμνήσεις.
Τούτη η ξηρασία, στεγνώνει τη ψυχή μου
Σκοτείνιασε σ’ αυτό το ερημονήσι…
Άσβηστος φάρος το φεγγάρι
Στέλνει δόρυ ασημένιο , κρυφό μονοπάτι
Να μου ανοίξει…
Πλεξούδες από όνειρα φτιάχνω
Και σκαρφαλώνω στη σχεδία
Της καρδιάς μου…

Δευτέρα 28 Ιανουαρίου 2008

λόγος - αντίλογος


Είσαι ακόμη εκεί,
Μόνιμος κάτοικος σ’ ένα παλιό πλατάνι
Στη σκιά κάποιου φύλλου λαβωμένου.
Είσαι αήττητος, έτσι μου είπες,
Και το κορμί σου γέμισε
από σπόρους προδομένους.
Τούτος ο κόκκινος ίσκιος,
Που θαρρείς ότι σου χαρίζει
Τη δροσιά του,
Από το βάρος σου μάτωσε.
Είσαι πάντα εκεί,
Σ’ ένα κλαρί που οι χυμοί του
Μουδιάζουν από της υποκρισίας
Το βάσταγμα.
«ΕΓΩ» είμαι,
Έτσι του ψιθύρισες
Και λύγισε από του εγωισμού σου
Τα χέρια.
Τούτο το άμοιρο κλωνάρι,
Απ’ τον ναρκισσισμό σου
Τρέφεται και μαραζώνει.


Γωγώ Πακτίτη


*
να μπορούσα τ'όνομά σου ,
έστω και για μια φορά,
γράμμα να αναγνώσω
στις άκρες του κορμιού μου
δίχως τα δάχτυλα να ματώσουν

Ω! πόσο ευχήθηκα
να σπάσω το καθρέφτη
που ανάποδα
τα σύμφωνα σου έδειχνε,
και τα φωνήεντα σταύρωνε
στα μάτια μου με τρόμο

πόσο θα’ θελα
ανώνυμος πάλι να γινόσουν
στα δαγκωμένα χείλη.
Με τρομάζεις, μάτια μου,
που ξάφνου πρόσωπο απέκτησες.


Μαρία Ροδοπούλου

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2008

Ποίηση και Χρυσαυγή




Η μικρή Χρυσαυγή καθόταν στην παχιά φλοκάτη
Δίπλα στην κουνιστή καρέκλα της γιαγιάς της.
Το τζάκι ξερόψηνε κάτι μικρά ξύλα
Κι οι φλόγες είχαν τα κέφια τους και χόρευαν
Εξωτικούς χορούς.
Η γιαγιά της έπλεκε μια ζαχαρί ζακέτα
Και της έλεγε ατέλειωτες ιστορίες
Με νεράιδες και πρίγκιπες.
Ήταν –λέει- μια φορά
Μια μικρή νεράιδα που την έλεγαν Ποίηση
Όλη μέρα καθόταν στην άκρη μιας λίμνης
Κι έγραφε … έγραφε … έγραφε..
Μια πέτρα κρατούσε στο χέρι και έγραφε
Πάνω στο χώμα..
Οι φίλες της αναρωτιόντουσαν τι να γράφει
Ώρες ατελείωτες
Και κείνη τις κοιτούσε και χαμογελούσε
Μα έκρυβε με τα φτερά της κάθε της λέξη.
Η Ποίηση ήταν η ομορφότερη νεραϊδούλα
Της λίμνης.
Τους αγαπούσε όλους και η φωνή της όταν τραγουδούσε
Μάγευε όλο το δάσος.
Την άκουγαν να τραγουδάει για την αγάπη
Κι έστελναν το τραγούδι της στον ήλιο
Με σκάλα τα σύννεφα.



Η Χρυσαυγή άκουγε τη γιαγιά της
Και έπλεκε με τα μικρά δαχτυλάκια της
Τα κρόσσια από τη φλοκάτη.
Κάθε κρόσσι και μια χρυσή τούφα
Από τα μαλλιά της Ποίησης.
Μέτραγε τις λέξεις, η μικρούλα,
Μέτραγε τα κρόσσια και ονειρευόταν…
Καθόταν, λέει, δίπλα στην νεραϊδούλα
Και ύγραινε το χώμα να μη ξεραθεί
Για να μπορεί να γράφει.
Μάζευε το χαμόγελό της και το έστελνε
Στα σύννεφα, για να κατέβουν
Χαμηλά και σκάλα για να γίνουν.
Ν’ ανέβει το τραγούδι της
Πάνω από το δάσος
Εκεί που κατοικούν οι στίχοι
Και ξορκίζουν τα ξωτικά .
Φόρεσε κόκκινο παλτό το όμορφο κοριτσάκι
Κι έσταξε ένα χαμόγελο στο μάγουλο της γιαγιάς της
Πήρε τη ζέστη της φωτιάς
μέσα στις μικρές χούφτες της
Και τις πλεξούδες που’ φτιαξε και τις έκανε κασκόλ.
Πήγε στη λίμνη που καθόταν η Ποίηση
η μικρή νεράιδα
Και με φιλί αέρινο της πρόσφερε αγάπη
Της χάρισε την ζεστασιά που φύλαγε για κείνη
Και το κασκόλ το τύλιξε γύρω από τα μαλλιά της
Για να’ χει για τροφή τις λέξεις
Και έμπνευση τη φλόγα.


**


Μαρία Ν. - Γωγώ Π.

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2008

τον θυμό μου πίνω...



Τους ορίζοντες του θυμού μου κατοίκησα,
σ’ ένα ποτήρι ραγισμένο
που μέσα του κρύβει μια θάλασσα ανεμοδαρμένη.
Πίνω την αντάρα της,
μεθυσμένη τα χνάρια μου να βρω.
Δυο χούφτες άμμο στο άγριο δειλινό στάζω
και με φτερά ενός αλήτη γλάρου
ψηφιδωτό σκαλίζω σε βράχο σιωπής.
Τα γυμνά πόδια μου,
παγωμένα καρφιά στα νεκρά ποσειδώνια
της ψυχής μου.
Με νότες χαράζω τους ήχους των κυμάτων,
στο λευκό των αφρών
και με δοξάρι τον άνεμο, τραγούδι κατευθύνω
στα υψωμένα όνειρα της καρδιάς μου.

Ήταν εκείνο το γέρικο δελφίνι
που το βλέμμα του σπάραζε
τη φωνή μου…

Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2008

δεν θυμάμαι...

Χαράζω τη λύπη μου με ένα τόσο δα μαχαίρι
στον κορμό ενός δέντρου.
Παίζω στ’ ακροδάχτυλα το αιχμηρό του στόμα.
Μετρώ το χρόνο με τις σταγόνες του πόνου μου.
Δεν θυμάμαι να κλαίω…

Στην άκρη των χειλιών μου το χαμόγελο τρεμοσβήνει.
Αστέρι αλαργινό η λάμψη του.
Χαμένο στους ανεκπλήρωτους έρωτες
σιδερένια γροθιά η καρδιά του.
Δεν θυμάμαι να φοβάμαι…

Περπατώ σε δρόμους με τόξα
που κατευθύνουν σε κίβδηλα σοκάκια.
Τα μάτια μου δεμένα έχω
την ντροπή να προσπερνάω…
Δεν θυμάμαι να γκρεμίζομαι…

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2008

ο ήχος της ψυχής μου

Σε ποιον ήχο να ταξιδέψω
τα μάτια σου απόψε
κοίτα τα κρυστάλλινα φώτα της ψυχής μου
ένα τραγούδι ακολουθούν
στου φεγγαριού το νεύμα
σκόρπισα τις σκέψεις μου
στο πληγωμένο σου κορμί
το διάφανο φύλλο του πόνου σου
να θάψω
ένας κορμός καμένος από την αρμύρα
του έρωτα είσαι
που στάζει η άκρη του
στο λιόγερμα του πάθους
κρατήσου τούτο το βράδυ
από ονειροδείχτες φάρους
μαζί να φτερουγίσουμε
στης αγάπης το αντάμωμα.

Σάββατο 19 Ιανουαρίου 2008

θα φορέσω...




"Θα φορέσω τη φωνή σου
σε μάτια γυμνά
και μετά θα σε αναζητήσω
σε όλα αυτά που μακρινά ήταν
θα σε ψιθυρίσω με τις χορδές σου
μία μία νότα θα συλλαβίσω
στα χείλη σου με την πένα
που νόμιζες σπασμένη

κι όταν στο ξεχασμένο σημείο
τα χείλη μου ακουμπήσω
μη τρομάξεις
μπορεί να ματώσεις
αλλά με τη φωνή σου θα σε δέσω
πάνω στο ανυπόμονο κορμί μου
και θα ονειρευτείς πέρα
από τον πόνο
που άμαθα χέρια σε τραγούδησαν..."

Μαρία Ροδοπούλου

*

"Θα φορέσω την ψυχή σου
σε αγαλμάτινα χέρια
στο προσκεφάλι μου μαξιλάρι
θα τα βάλω
να με οδηγήσουν σε μονοπάτια
ανύποπτα
στο στήθος σου ένα τρυφερό
περιστέρι θα κοιμίσω
τα βασανισμένα όνειρά σου
να εξαγνίσω


και σαν γυρνάς από δάκρυα
ταξίδια
τις σταγόνες θα μαζεύω
χάντρες σε μεταξωτή
κλωστή θα τις πλέκω
το λαιμό σου να χαϊδεύουν
μ’ ένα χάδι μου διψασμένο
την αγάπη θα ωριμάσω."

Γωγώ Πακτίτη

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2008

ονειρόσταγμα αγγέλου









Έφυγαν οι μέρες μου
πάνω σε φτερά αλήτη αετού
στα γαμψά του νύχια
την αγάπη έχει ματωμένη
στάλες ωχρές βάφουν
τα μάγουλά μου ζωγραφίζοντας
μια θλίψη από λησμονιά.

έφυγαν οι νύχτες μου
πάνω σε ονειρόσταγμα αγγέλου
στα λευκά του χέρια
την οδύνη μου χαϊδεύει
γλυκά να αποκοιμηθεί
στων άστρων το αντιφέγγισμα

έφυγαν οι στιγμές μου
από την άκρη των χειλιών σου
κόγχες δίκοπες
την ανάσα μου σφαλίζουν
στη σκοτεινή ηρεμία
των ματιών σου.

Τρίτη 15 Ιανουαρίου 2008

μικρό χαμόγελο



Ένα μικρό χαμόγελο καρφίτσωσα
στο πέτο της ψυχής σου
Πρόσεχε…
Μην εκείνες οι κίσσες οι πονηρές
το κλέψουν για νόθα αγάπη
Και ξέρεις…
σαν πληγωθεί το δάκρυ του
γυρισμό δεν έχει…


*




αφιερωμένο


στην Μαρία Ροδοπούλου

Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2008

φωνή μου...





Φωνή μου,
ένας λυγμός σε πνίγει
καθώς με την ψυχή συνομιλείς.
Τις χορδές ενός βιολιού
δανείστηκες
το κλάμα του να σιγοντάρεις.
Δοξάρι,
οι χτύποι της καρδιάς
που με χέρια οστεωμένα
ενός γέροντα χρόνου
παίζεις το φάλτσο σου
μοιρολόι.
Πάνω σε σάπιο
χαρτί πενταγράμμου
με νότες μαύρες αράχνες
ιστός φονιάς
τον ήχο σου πλέκει.
Φωνή μου,
από τα βάθη του εντός μου
πάλλεσαι
σαν ξέσπασμα βροχής
σα τίναγμα σαΐτας σαύρας.
Οι κραδασμοί σου,
τους φόβους διώχνουν
σε μια σιωπή εξορίας.
Φωνή μου, γίνε κραυγή
ένας θάνατος γίνε...

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2008

Βραδυνό όνειρο


Στο πουπουλένιο χέρι του ουρανού
κρυφά από τ' αστέρια
τη μοναξιά ακούμπησα
σιγά, να μη ξυπνήσει
μη και την κλέψει ο αυγερινός
στη μέρα να τη δώσει
μη και ζηλέψει η ανατολή
και χρώματα της φτιάξει.
Στης νύχτας το παγωμένο το κορμί
το χάδι νανουρίζω
μη και τρομάζει απ' όνειρο
που εφιάλτες τρέφει
μη και ατσάλι να γενεί
στου πόνου μου το δάκρυ.
Στης απουσίας τη σιωπή
πίσω από τον ήχο
ένα αηδόνι άλαλο
τραγούδι περιμένει
μη και η ελπίδα του φανεί
μες της βροχής τις νότες
μη και ανοίξει τα φτερά
στου ήλιου το μετάξι