Λευτερώνεις τους ασθενημένους ιούς
από τους πόρους της ντροπής σου
για να μπορείς ανάσα να ονομάσεις
την αμαρτία σου.
Αποκόβεις τους εφιάλτες
από τα στίγματα της ενοχής σου
για να διαγράψεις μια θρησκεία,
υιοθετημένη παραβολή.
Συντρίβεις το νοσηρό σου πάθος
σε ξένο στασίδι, με τη δικαιολογία
«εγώ καθόμουν πριν».
Αδειάζεις τα γερασμένα μάτια σου
στο άπειρο των ονείρων
που έχουν ανάστημα σιωπής,
γιατί με τα χέρια δεν τα φτάνεις.
«Είναι ανύπαρκτος ο συλλογισμός
στα ουρλιαχτά σου…»
*Άσε να ξεκουραστούν τα χρόνια σου,
πριν μιλήσουν οι μαντατοφόροι έρωτες*
από τους πόρους της ντροπής σου
για να μπορείς ανάσα να ονομάσεις
την αμαρτία σου.
Αποκόβεις τους εφιάλτες
από τα στίγματα της ενοχής σου
για να διαγράψεις μια θρησκεία,
υιοθετημένη παραβολή.
Συντρίβεις το νοσηρό σου πάθος
σε ξένο στασίδι, με τη δικαιολογία
«εγώ καθόμουν πριν».
Αδειάζεις τα γερασμένα μάτια σου
στο άπειρο των ονείρων
που έχουν ανάστημα σιωπής,
γιατί με τα χέρια δεν τα φτάνεις.
«Είναι ανύπαρκτος ο συλλογισμός
στα ουρλιαχτά σου…»
*Άσε να ξεκουραστούν τα χρόνια σου,
πριν μιλήσουν οι μαντατοφόροι έρωτες*