Πέμπτη 3 Απριλίου 2008

η κραυγή των γλάρων...


Δεν θέλω να ξέρω ότι τα μισά της χιλιάδας
Είναι πεντακόσια.
Δεν θέλω τον άνεμο να ντύνω
Όταν το κρύο με παγώνει.
Δεν θέλω την βροχή ν’ αποσιωπώ
Σε αδιάβροχο νάρθηκα.
Δεν θέλω τον ήλιο να σκεπάζω
Με παρασόλι ίσκιου φονιά.

Τα άθλια όνειρά μου θέλω,
Να μιλήσουν πάνω στην κραυγή
Των γλάρων,
Που σήμερα σπαράξαν τον ήχο.
Την ζωή μου θέλω πίσω,
Που στυμμένη λεμονόκουπα,
Βολοδέρνει σε προαύλιο
Από λογικούς γιομάτο.

Με μια σκούπα κι ένα φαράσι,
Σαρώνω απολιθώματα
Μιας ξεχασμένης ψυχής,
Αλλοτινής εποχής,
Που ήξερε το αίμα της να χαρίζει
Σε κείνους τους πλανόδιους τρυγητές.

Με μια μαύρη σακούλα
Κι ένα θρήνο στα χείλη,
Μνημόσυνο κάνω
Στο αθάνατο ανεκπλήρωτο.

Γλάρε εσύ,
Που ξέρεις να φωνάζεις το απέραντο,
Φορώ τα φτερά σου
Στο υπέρτατο των λέξεών μου!